Ελένη Μιχαλακοπούλου

Χώρος Τέχνης "Αγκάθι", Οκτώβριος 2000

Ατομική έκθεση

“Μή γελάς. Δεν είναι αστείο!”

Ακρυλικό σε μουσαμά, μεσαίων και μεγάλων διαστάσεων.

Επί σκηνής - Ειρωνεία

(του Χρόνη Μπότσογλου)

Αυτές οι πρώτες σκέψεις μου γεννήθηκαν κοιτάζοντας τις καλοφτιαγμένες ζωγραφιές της Ελένης Μιχαλακοπούλου. “Επι σκηνής”. Δεν εννοώ βέβαια το θεαθήναι που κάθε ανθρώπινη ύπαρξη αναπτύσει για να συνυπάρξει με τους ανθρώπους στην κοινωνία, το καθημερινό μας πρόσωπο. Μιλώ για το θέαμα που μεγενθύνει μια ανθρώπινη κατάσταση ώστε να γίνει δράση θεατρική σχεδόν γκροτέσκα με στάση ειρωνική.

Ειρωνεία λοιπόν! Το μεσαίο στάδιο στη διαβάθμιση χιούμορ, ειρωνεία, σαρκασμός. “Ειρωνεία όθεν σαρκασμός μετά λεπτότητος γενόμενος” όπως εξηγεί στον αντίστοιχο λήμμα το λεξικό της Ελληνικής Γλώσσας του Δημητράκου. Όπως ένα παιδί παρακολουθεί κρυμμένο με προσοχή τα φερσίματα των μεγάλων και τα σχολιάζει με γκριμάτσες. Όπως ένα παιδί ή ένας καλλιτέχνης κρατώντας μια απόσταση από τα δρώμενα. Που δεν θέλει να συμμετέχει, αλλά με συμπάθεια για τα πρόσωπα τα οποία δεν τα κρίνει αλλά τα συγχωρεί. Τα πρόσωπα που υπάρχουν.

Κάπως έτσι θα όριζα και τη στάση της Ελένης απέναντι στον κόσμο. Και επειδή η στάση της καθορίζει το περιεχόμενο αλλά και την εικαστική φόρμα της ζωγραφικής της βρίσκουμε τη συνέπειά της στις ζωγραφιές. Και αυτό κάνει τα έργα της πειστικά.

Στην ευρωπαϊκή ζωγραφική το χιούμορ, η ειρωνεία και ο σαρκασμός έγινε τρόπος έκφρασης πολλών σπουδαίων καλλιτεχνών αποκαλύπτοντάς μας αλήθειες που δε λεγότανε αλλιώς. Οι ζωγραφιές της Ελένης μου θυμίζουνε περισσότερο ένα μικρό έργο του Μπρύγκελ του παλιού, όπου ένας αδύνατος λιμάρης, εξαθλιωμένος δαγκώνει σαν αφράτο καρβέλι το λιπαρό καλοχορτασμένο μάγουλο ενός καλόγερου και λιγότερο τη ζωγραφιά του Ένσορ, όπου δύο νεκροκεφαλές τραβάν με τα δόντια από τις δύο άκρες της μια ρέγκα. Στον πρώτο υπάρχει ειρωνεία, στο δεύτερο σαρκασμός.

Είναι πειστικά τα έργα της Ελένης, γιατί το σχέδιο και το χρώμα είναι ζωγραφική και όχι εικονογράφηση. Η ειρωνεία των έργων δε βγαίνει από την περιγραφή αλλά από τη ζωγραφική. Οι σχέσεις των χρωμάτων είναι ειρωνικές. Το σχέδιο αποκαλύπτει και η περιγραφή είναι τόση όσο χρειάζεται. Η ματιά της είναι διαπεραστική αλλά και με συμπάθεια, ειρωνεύεται αλλά δε μισεί. Ένα μέτρο που κρατά την ανθρώπινη κλίμακα.

Ο κόσμος όλος ρολόι και μάσκες. Και εμείς υπάρχουμε, όχι μόνο σαν παιδιά-θεατές, παιδιά-καλλιτέχνες, αλλά και σαν πρόσωπα που υποκρινόμαστε και σαν προσωπίδες.